закупоренный - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

закупоренный - translation to Αγγλικά


закупоренный      
adj.
corked, sealed, stopped up
stoppered      

общая лексика

закупоренный

stopped up      

общая лексика

закупоренный

Ορισμός

закупоренный
ЗАК'УПОРЕННЫЙ, закупоренная, закупоренное; закупорен, закупорена, закупорено.
1. прич. страд. прош. вр. от закупорить
.
2. только ·полн. Подвергшийся закупорке, закрытый наглухо. Закупоренные вены.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για закупоренный
1. Героем становится полностью закупоренный "Детройтом" Селянне.
2. - Строители могли оставить на ночь неплотно закупоренный баллон с пропаном.
3. Крепким орешком оказался пролив Вилькицкого - между архипелагом Северная Земля и Таймырским полуостровом, закупоренный льдом.
4. Он доводит до мельчайшей дробности актерское состояние, выворачивает закрытый, закупоренный скандинавский характер наизнанку.
5. Специалисты фирмы как- то открыли давно закупоренный бак с экстрактом ламинарии, чтобы попросту освободить емкость.
Μετάφραση του &#39закупоренный&#39 σε Αγγλικά